κερωνία
English (LSJ)
ἡ, Ion. for κερατωνία, Thphr.HP4.2.4, cf. 1.11.2;
A ceraunia, Plin.HN13.59.
German (Pape)
[Seite 1426] ἡ, = κερατέα, κερατωνία, Theophr.
ἡ, Ion. for κερατωνία, Thphr.HP4.2.4, cf. 1.11.2;
A ceraunia, Plin.HN13.59.
[Seite 1426] ἡ, = κερατέα, κερατωνία, Theophr.