κυτίον

Revision as of 19:38, 30 May 2023 by Spiros (talk | contribs) (Created page with "{{grml |mltxt=το<br />κουτί, μικρό κιβώτιο, μικρή φορητή θήκη.<br />[<b><span style="color: brown;">ΕΤΥΜΟΛ.</span></b> <spa...")
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

Greek Monolingual

το
κουτί, μικρό κιβώτιο, μικρή φορητή θήκη.
[ΕΤΥΜΟΛ. < κύτος. Η λ., στον λόγιο τ. κυτίον, μαρτυρείται από το 1833 στους Ελληνικούς Κώδικες].