πενία, ἢ χρήματα, Hsch. χρήϊα, Cret., = χρήματα, SIG527.84 (Dreros, iii B. C.), cf. Hsch.
[Seite 1373] ἡ, ion. = χρεία.
ἡ, Α(κρητ. τ.) βλ. χρεία.