δειπνοσοφιστής

Revision as of 09:19, 25 August 2023 by Spiros (talk | contribs) (LSJ1 replacement)
(diff) ← Older revision | Latest revision (diff) | Newer revision → (diff)

English (LSJ)

δειπνοσοφιστοῦ, ὁ, one learned in the mysteries of the kitchen: in plural, title of work by Athenaeus.

Spanish (DGE)

-οῦ, ὁ
sabio de banquetes, sabio convival e.e., que expone durante un banquete sus conocimientos sobre éste y otros temas οἱ ἐν τῷ δείπνῳ ... ἐπιδημήσαντες δειπνοσοφισταί Ath.1c, cf. 2a
tít. de la obra de Ateneo, Ath.1a, cf. St.Byz.s.uu. Ἀκόναι, Γάγγρα, Sud.s.u. Ἀθήναιος.

German (Pape)

[Seite 541] ὁ, der beim Essen gelehrte Gespräche führt; -σταί, der Titel des Werkes des Athenäus.

Greek (Liddell-Scott)

δειπνοσοφιστής: -οῦ, ὁ, ὁ ἐν τῷ δείπνῳ περὶ παντοίων ζητημάτων λόγον ποιούμενος· Δειπνοσοφισταί, Ἐπιγρ. τοῦ βιβλίου τοῦ Ἀθηναίου.

Greek Monolingual

δειπνοσοφιστής, ο (Α)
1. αυτός που ξέρει καλά τα μυστικά της μαγειρικής
2. Δειπνοσοφισταί, οι
τίτλος έργου του Αθηναίου.