μελίκταινα
English (LSJ)
ἡ, poet. for μελίτταινα, Nic. Th.555, Hsch.
German (Pape)
Greek (Liddell-Scott)
μελίκταινα: ἡ, ποιητ. ἀντὶ μελίτταινα, Νικ. Θ. 555, Ἡσύχ.
Greek Monolingual
μελίκταινα, ἡ (Α)
ποιητ. τ.) βλ. μελίτταινα.
ἡ, poet. for μελίτταινα, Nic. Th.555, Hsch.
μελίκταινα: ἡ, ποιητ. ἀντὶ μελίτταινα, Νικ. Θ. 555, Ἡσύχ.
μελίκταινα, ἡ (Α)
ποιητ. τ.) βλ. μελίτταινα.