approach, Glossaria on προσέρπει in Pi.O.6.83 (ip.380 Boeckh).
προσβᾰδίζω: προσβαίνω, παρὰ τῷ Böckh Not. Crit. εἰς Πίνδ. σ. 380.
Απλησιάζω σε κάποιο μέρος.