= κρήμνημι, D.L.6.50, PHolm.8.11 (κριμ-).
κρημνάω: κρήμνημι, Διογ. Λ. 6.50· πρβλ. κατακρημνάω.
κρημνάω: HH, Diog. L. = κρήμναμαι.
= κρήμνημι, DL. 6.50; auch med., s. κατακρημνάω und κρεμνάω.