διερέθισμα
English (LSJ)
-ατος, τό, provocation, App.BC5.53.
Spanish (DGE)
-ματος, τό
incitación πιθανοῦ τοῦ διερεθίσματος ὄντος aunque era persuasiva la incitación App.BC 5.53.
German (Pape)
τό, Anreizung, App. B.C. 5.53.
-ατος, τό, provocation, App.BC5.53.
-ματος, τό
incitación πιθανοῦ τοῦ διερεθίσματος ὄντος aunque era persuasiva la incitación App.BC 5.53.
τό, Anreizung, App. B.C. 5.53.