ὁ, = foreg., E.Fr.633, IG5(2).262.34 (Mantinea, v B. C.):— so μόμφις, dub. in Telecl.63 (cf. μέμφειραν· τὴν μέμψιν, Τηλεκλείδης, Phot.); cf. μόμψεις· δύσκλεια, Hsch.
[Seite 201] ὁ, = μέμψις, Eurip. bei B. A. 107.