περιθαρσής
English (LSJ)
ές,
A very confident, A.R.1.152,195.
German (Pape)
[Seite 576] ές, sehr muthig, περιθαρσέες ἀλκῇ, Ap. Rh. 1, 152. 195.
ές,
A very confident, A.R.1.152,195.
[Seite 576] ές, sehr muthig, περιθαρσέες ἀλκῇ, Ap. Rh. 1, 152. 195.