[ᾱ], η, ον, (
A στέαρ 11) = σταίτινος, Aesop.58:—also στεατ-ίτης [ῑ] (sc. πλακοῦς), ὁ, Hsch. s.v. πίονες.
[Seite 931] von Talg, Sp. – Auch = σταίτινος, Aesop. fab. 18, Ern.