ορος, ὁ,
A inhabitant, St.Byz. s.v. Πικεντία.
[Seite 849] ορος, ὁ, der Einwohner, St. B. v. Πικεντία.
ἐνοικήτωρ: -ορος, ὁ, κάτοικος, Στ. Βυζάντ. ἐν λ. Πικεντία.