παρακλίντωρ
English (LSJ)
ορος, ὁ,
A = παρακλίτης, AP9.257 (Apollonid.).
German (Pape)
[Seite 483] ορος, ὁ, = παρακλίτης, Apollds. 11 (IX, 257).
Greek (Liddell-Scott)
παρακλίντωρ: -ορος, ὁ, = παρακλίτης, Ἀνθ. Π. 9. 257.
ορος, ὁ,
A = παρακλίτης, AP9.257 (Apollonid.).
[Seite 483] ορος, ὁ, = παρακλίτης, Apollds. 11 (IX, 257).
παρακλίντωρ: -ορος, ὁ, = παρακλίτης, Ἀνθ. Π. 9. 257.