A = σελαγέω 11, Hymn.in PRoss.-Georg.11.17 (iii A.D.), Nonn.D.7.195, al.
σελᾰγίζω: τῷ προηγ. ΙΙ., Νόνν. Δ. 7. 195, κτλ. - Καθ’ Ἡσύχ.: «σελαγίζει· αἴθεται, φλέγεται. ἀπὸ τοῦ σέλας».