εως, ἡ,
A regeneration, κόσμου Ph.2.489.
[Seite 182] ἡ, die Wiedergeburt, K. S.
ἀναγέννησις: -εως, ἡ, ἀνάπλασις, μεταβολὴ τοῦ ἐσωτερικοῦ ἀνθρώπου ἀπὸ ἀσεβοῦς εἰς εὐσεβῆ, Ἐκκλ. ἴδε Σουΐκερ (Suicer).