A one must pronounce long, Sch.Il.21.262.
ἐκτᾰτέον: ῥημ. ἐπίθ., δεῖ ἐκτείνειν, Κλήμ. Ἀλ. σ. 447, γραμμ., «ἐκτατέον τὸ ι» Σχόλ. Βικτ. εἰς Ὁμ. Ἰλ. Λ. 678· «ἐκτατέον τὸ α» Σχόλ. Βεν. εἰς Ὁμ. Ἰλ. Φ. 262.