περίδεινος

Revision as of 09:42, 5 August 2017 by Spiros (talk | contribs) (6_17)

German (Pape)

[Seite 572] f. L. statt περίδινος; so auch περιδεινέω u. ä.

Greek (Liddell-Scott)

περίδεινος: -ον, ἡμαρτημ. γραφ. ἀντὶ περίδινος, Ἡσύχ.