ίδος, ἡ,
A = κρεάγρα, AP6.306 (Aristo).
κρεαγρίς: -ίδος, ἡ, = κρεάγρα, ὑποκορ. μόνον κατὰ τύπον, Ἀνθ. Π. 6. 306.