άδος, ἡ,
A heifer, Gloss. II layer, sucker, μοσχάδες ἐλεῶν Jahresh.23 Beibl.93 (Pamphylia).
[Seite 209] άδος, ἡ, junge Kuh, Gloss.
μοσχάς: -άδος, ἡ, δάμαλις, Γλωσσ.