όος, contr. οῦς, ἡ,
A = δόκησις, E.El.747.
[Seite 654] οῦς, ἡ, = δόκος; κενή Eur. El. 747.
δοκώ: -όος, συνῃρ. -οῦς, ἡ, = δόκησις, μόνον ἐν Εὐρ. Ἠλ. 747.