strengthd. for
A τονθορύζω, φοβερόν τι D.C.73.8.
[Seite 607] verstärktes simpl., D. Cass. 73, 8.
διατονθορύζω: ἐπιτεταμ. τονθορύζω, Δίων Κ. 73. 8.