ἀγγεῖον χωροῦν τέταρτον, Hsch. ἑλενοί· κλήματα τὰ τῶν ἀμπέλων, Id.; cf. ἕλινος.
ἑλένιος: «ἀγγεῖον χωροῦν τέταρτον» Ἡσύχ., πρβλ. Πολυδ. Ι΄, 191.