ἀποκρημνίζω
English (LSJ)
A throw from a cliff's edge, Hld.2.8.
German (Pape)
[Seite 308] von einem Abhang herunterstürzen, Heliod.
Greek (Liddell-Scott)
ἀποκρημνίζω: καταρρίπτω ἀπὸ τῆς ἄκρας κρημνοῦ, κατακρημνίζω, Ἡλιόδ. 8. 8.
A throw from a cliff's edge, Hld.2.8.
[Seite 308] von einem Abhang herunterstürzen, Heliod.
ἀποκρημνίζω: καταρρίπτω ἀπὸ τῆς ἄκρας κρημνοῦ, κατακρημνίζω, Ἡλιόδ. 8. 8.