A step out of, νηός Od.12.306; νηὸς χέρσονδε A.R.3.199, etc.
[Seite 871] (s. βαίνω), absteigen aus; νηός Od. 12, 306; Ap. Rh. 3, 199 u. öfter.
ἐξαποβαίνω: ἀποβαίνω ἔκ τινος, ἐξέρχομαι, ἐξαπέβησαν ἑταῖροι νηὸς Ὀδ. Μ. 306, Ἀπολλ. Ρόδ. Γ. 199, κλ.