ὁ,
A disembarkation, Iamb.VP3.17.
[Seite 297] ὁ, das Heraustragen. Ausladen, Sp.
ἀποβῐβασμός: ὁ, τὸ ἀποβιβάζειν ἐκ τοῦ πλοίου, ἡ ἀπὸ τοῦ πλοίου ἔξοδος, Ἰαμβλ. βίος Πυθ. 17.