ξείνη, ξείνηθεν, Ion. for ξεν-.
[Seite 275] ὁ, ion. = ξεναπάτης, w. m. s.
ξεινᾰπάτης: ξείνη, ξεινηδόκος, ξείνηθεν, Ἰων. ἀντὶ ξεν-.