ἡ,
A table for setting out cups, sideboard, buffet, Gloss.
[Seite 689] ἡ, Ort od. Tisch, worauf man Becher setzt, Sp.
ποτηροθήκη: ἡ, τράπεζα ἐφ’ ἧς τοποθετοῦνται ποτήρια, κυλικεῖον, Γλωσσ.