ον,
A honey-fed, AP9.122 (Evenus?).
[Seite 123] mit Honig genährt, χελιδών, Even. 13 (IX, 122).
μελίθρεπτος: -ον, ὁ διὰ μέλιτος τρεφόμενος Ἀνθ. Π. 9. 122.