ἀρχιτεκτονία
English (LSJ)
ἡ,
A architecture, construction, LXXEx.35.32, Bito 49.2, Gal.5.68.
German (Pape)
[Seite 366] ἡ, Baukunst, LXX.
Greek (Liddell-Scott)
ἀρχιτεκτονία: ἡ, ἀρχιτεκτονική, Math. Vett. 107, Ἑβδ. (Ἔξ. λε΄, 33).
ἡ,
A architecture, construction, LXXEx.35.32, Bito 49.2, Gal.5.68.
[Seite 366] ἡ, Baukunst, LXX.
ἀρχιτεκτονία: ἡ, ἀρχιτεκτονική, Math. Vett. 107, Ἑβδ. (Ἔξ. λε΄, 33).