κρυπτίνδα
English (LSJ)
Adv.
A hide-and-seek, Theognost. Can.15.
German (Pape)
[Seite 1515] παίζειν, Verstecken spielen, Theognost.
Greek (Liddell-Scott)
κρυπτίνδα: ἐπίρρ., ὄνομα παιδιᾶς, «κρυφτός», Θεόγνωστ. 15. 11.
Adv.
A hide-and-seek, Theognost. Can.15.
[Seite 1515] παίζειν, Verstecken spielen, Theognost.
κρυπτίνδα: ἐπίρρ., ὄνομα παιδιᾶς, «κρυφτός», Θεόγνωστ. 15. 11.