ατος, τό,
A miscalculation, error, Plb.12.20.2: in pl., 9.16.5, al.
[Seite 108] τό, Irrthum, Versehen, Pol. 9, 16 u. öfter.
ἀλόγημα: -ατος, τό, ἀτύχημα, πλάνη, σφάλμα, Πολύβ. 9. 16, 5.