[ρῡ], ον,
A = ἀκήρυκτος, Hsch.; πολέμιοι Procop.Aed.4.1.
[Seite 224] VLL., = ἀκήρυκτος, ohne gütliche Unterhandlungen durch Herolde.
ἀνεπικηρύκευτος: -ον, = ἀκήρυκτος, Ἡσύχ., Προκόπ. π. Κτισμ. σ. 66Β.