Ἐτεόκρητες
English (LSJ)
οἱ,
A true Cretans, Od.19.176, POxy.1241 v 27.
Greek (Liddell-Scott)
Ἐτεόκρητες: οἱ, ἀληθεῖς, γνήσιοι Κρῆτες, «οἱ Ἰθαγενεῖς Κρῆτες» (Εὐστ. Ὀδ. 1644. 47), Ὀδ. Τ. 176.
οἱ,
A true Cretans, Od.19.176, POxy.1241 v 27.
Ἐτεόκρητες: οἱ, ἀληθεῖς, γνήσιοι Κρῆτες, «οἱ Ἰθαγενεῖς Κρῆτες» (Εὐστ. Ὀδ. 1644. 47), Ὀδ. Τ. 176.