δαφνῖτις
English (LSJ)
ιδος, ἡ,
A = ἄχυ, Dsc.1.13, Gal.14.72. II = χαμαιδάφνη, Ps.-Dsc.4.147. III = δαφνοειδές, ib.146.
German (Pape)
[Seite 525] ιδος, ἡ, fem. zum vorigen, Sp.
Greek (Liddell-Scott)
δαφνῖτις: -ιδος, ἡ, εἶδος κασίας, Διοσκ. 1, 12.