ου, ὁ,
A tithe-farmer, Anaxil.8.
[Seite 543] ὁ, der Zehendpächter, Anaxil. Poll. 9, 29.
δεκατώνης: -ου, ὁ, ἐνοικιαστὴς τῆς δεκάτης, Ἀναξίλ. Γλαυκ. 1 (Πολυδ. Θ΄, 29).