ές,
A like scales, of bones, Gal.2.713; λ. προσκολλήματα, of sutures, Id.UP9.18.
[Seite 29] ές, schuppenförmig, -artig; Galen.; Poll. 2, 37.
λεπῐδοειδής: -ές, ὅμοιος πρὸς λεπίδας ἢ «λέπ~ια», Γαλην. τ. 4, σ. 188.