ίδος, ἡ,
A maid-servant, Suid.
[Seite 709] ίδος, ἡ, Dienerinn, Suid., vgl. διάκονος.
ἐγκονίς: -ίδος, ἡ, ὑπηρέτρια, Σουΐδ.· πρβλ. διάκονος.