διασκίδνημι

Revision as of 19:21, 9 August 2017 by Spiros (talk | contribs) (Bailly1_2)

English (LSJ)

poet. for -σκεδάννυμι, Il.5.526, Hes.Th.875, Emp. 84.4, Hdt.2.25:—Pass., Luc.DDeor.20.5, Sacr.13.

German (Pape)

[Seite 602] p. = διασκεδάννυμι; Hom. Iliad. 5, 526 ζαχρηῶν ἀνέμων, οἵ τε νέφεα σκιόεντα πνοιῇσιν λιγυρῇσι διασκιδνᾶσιν ἀέντες; Hesiod. Th. 875 von den Winden διασκιδνᾶσί τε νῆας, ναύτας τε φθείρουσι: Herodot. 2. 25 ὑπολαμβάνοντες δὲ οἱ ἄνεμοι καὶ διασκιδνάντες τήκουσι; Plutarch. Fab. Max. 12 ἐπιφανεὶς (Fabius) τρέπεται καὶ διασκίδνησι τοὺς Νομάδας; Luc. Sacrif. 13 ἡ κνίσσα ἐς τὸν οὐρανὸν ἠρέμα διασκίδναται.

Greek (Liddell-Scott)

διασκίδνημι: ποιητ. ἀντὶ τοῦ -σκεδάννυμι, Ἰλ. Ε. 526, Ἡσ. Θ. 875, Ἡρόδ. 2. 25. ‒ Παθ., Λουκ. Θ. Διαλ. 20. 6, Θυσ. 13.

French (Bailly abrégé)

c. διασκεδάννυμι.