Φερρεφάττιον
Greek (Liddell-Scott)
Φερρεφάττιον: (-εῖον ἐν Α. Β. 314), τό, ναὸς ἢ ἱερὸν τῆς Περσεφόνης, Δημ. 1259. 5· πρβλ. Λοβέκ. εἰς Φρύνιχ. 369.
French (Bailly abrégé)
ου (τό) :
sanctuaire de Perséphone.
Étymologie: Φερρέφαττα.
Φερρεφάττιον: (-εῖον ἐν Α. Β. 314), τό, ναὸς ἢ ἱερὸν τῆς Περσεφόνης, Δημ. 1259. 5· πρβλ. Λοβέκ. εἰς Φρύνιχ. 369.
ου (τό) :
sanctuaire de Perséphone.
Étymologie: Φερρέφαττα.