A go with, τινι J.AJ1.20.3, D.C.77.13, Ael.NA7.41.
[Seite 976] mitgehen, Themist.
συμβᾰδίζω: βαδίζω ὁμοῦ, βαίνω ὁμοῦ μετά τινος, τινὶ Ἰωσήπ. Ἰουδ. Ἀρχ. 1. 20, 3, Δίων Κ. 77. 13, Αἰλ.
marcher avec, τινι.Étymologie: σύν, βαδίζω.