ητος, ἡ,
A simplicity, unworldliness, Act.Ap.2.46, Vett. Val.240.15.
[Seite 408] ητος, ἡ, = ἀφέλεια, N. T.
ἀφελότης: -ητος, ἡ, = ἀφέλεια, Πράξ. Ἀποστόλ. βʹ, 46, καὶ Ἐκκλ.
ητος (ἡ) :c. ἀφέλεια.