v. sub ἄκλειστος.
[Seite 74] att. für ἄκλειστος, Eur. Andr. 583 Iph. A. 329; Thuc. 2, 93.
ἄκλῃστος: ἴδε ἐν λέξ. ἄκλειστος.
att. c. ἄκλειστος.