A twitter or chirp around, Ar.Av.235.
[Seite 145] umzwitschern, Ar. Av. 236.
ἀμφιτιττῠβίζω: τσυτσυρίζω ὁλόγυρα, ἐπὶ πτηνῶν, ἰδίως τῆς χελιδόνος, κατ’ ἐνεστ., Ἀριστοφ. Ὄρν. 235. Ἴδε τιττυβίζω.
gazouiller autour.Étymologie: ἀμφί, τιττυβίζω.