ὀγδώκοντα

Revision as of 19:44, 9 August 2017 by Spiros (talk | contribs) (Bailly1_4)

English (LSJ)

ὀγδωκονταέτης, ὀγδωκοντούτης,

   A v. ὀγδοηκ-.

German (Pape)

[Seite 290] zsgzgn = ὀγδοήκοντα; Il. 2, 568. 652; Her. 1, 163; so auch die compp.

Greek (Liddell-Scott)

ὀγδώκοντα: ὀγδωκοντᾰέτης, ὀγδωκοντούτης, ἴδε ἐν λέξ. ὀγδοηκ-.

French (Bailly abrégé)

c. ὀγδοήκοντα.