μεσήρης
English (LSJ)
poet. μεσσ-, ες,
A in the middle, midmost, γαίας ἕδρα E.Ion910 (lyr.); Σείριος ἔτι μ. is still in mid-heaven, Id.IA8 (anap.); μ. παντὸς Ὀλύμπου Eratosth.16.1.
poet. μεσσ-, ες,
A in the middle, midmost, γαίας ἕδρα E.Ion910 (lyr.); Σείριος ἔτι μ. is still in mid-heaven, Id.IA8 (anap.); μ. παντὸς Ὀλύμπου Eratosth.16.1.