μεταχείρισις
English (LSJ)
εως, ἡ,
A handling, treatment, ποιήσεώς τε καὶ πεζοῦ λόγου D.H.Rh.4.1 (-ησις codd.); ἁπάντων πραγμάτων Gal.18(2).407. 2 mode of preparing, ἐπιπλάσματος Lycus ap.Orib.9.34.1.
εως, ἡ,
A handling, treatment, ποιήσεώς τε καὶ πεζοῦ λόγου D.H.Rh.4.1 (-ησις codd.); ἁπάντων πραγμάτων Gal.18(2).407. 2 mode of preparing, ἐπιπλάσματος Lycus ap.Orib.9.34.1.