πάλλα
English (LSJ)
ἡ,
A ball (σφαῖρα ἐκ ποικίλων ναμάτων (fort. νημάτων) πεποιημένη Hsch.), read by Dionysodorus for σφαῖρα in Od.6.115.
ἡ,
A ball (σφαῖρα ἐκ ποικίλων ναμάτων (fort. νημάτων) πεποιημένη Hsch.), read by Dionysodorus for σφαῖρα in Od.6.115.