i. e. ἄν ποτε, with opt.,
A o that! Sch. rec. A.Pr.971.
ἄμποτε: ὅ ἐ, ἄν ποτε, μετ’ εὐκτ., ὤ εἴθε! Σχόλ. εἰς Αἰσχύλ. Πρ. 971.
c. opt. (ἄν ποτε) ojalá que Sch.A.Pr.971.