A turn out, Sch.A.Pr.84.
ἀπεκβάλλω: ἐκβάλλω ἐκ μέρους τινός, ἐλευθερῶ, Σχόλ. εἰς Αἰσχύλ. Πρ. 84.
resultar Sch.A.Pr.84.