ἀντίφρων
German (Pape)
Greek (Liddell-Scott)
ἀντίφρων: -ον, γεν. -ονος, (φρήν), δυσηρεστημένος, δυσμενὴς πρός τινα, Νικήτ. Χρον. 96Β.
Spanish (DGE)
-ονος, ὁ adversario Cyr.Al.M.77.725C.
ἀντίφρων: -ον, γεν. -ονος, (φρήν), δυσηρεστημένος, δυσμενὴς πρός τινα, Νικήτ. Χρον. 96Β.
-ονος, ὁ adversario Cyr.Al.M.77.725C.